Ε. Δανέζης, Ε. Θεοδοσίου, Θ. Γραμμένος, Μ. Σταθοπούλου Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Φυσικής, Τομέας Αστροφυσικής - Αστρονομίας - Μηχανικής
Οι σύγχρονες επιστημονικές απόψεις.
Όπως γνωρίζουμε σήμερα, η έννοια του χώρου, όσον αφορά την επιστήμη, συνδέεται στενά με το σύνολο των φυσικών ιδιοτήτων του, η πειραματική επαλήθευση των οποίων τον μορφοποιεί αισθητά και ανθρωπίνως λογικά. Η περιγραφή του χώρου μέσω των ιδιοτήτων του είναι θέμα της γεωμετρίας, και η πλέον γνωστή μορφή χώρου είναι εκείνη που περιγράφεται από την Ευκλείδεια γεωμετρία, η οποία στηρίζεται στα γνωστά αξιώματα του Ευκλείδη, που δεν είναι δυνατόν να αποδειχθούν μαθηματικά, αλλά τα δεχόμαστε σαν "αυταποδείκτως λογικά". Εκείνο που θα πρέπει να σημειωθεί είναι ότι η έννοια μιας γεωμετρίας δεν μπορεί να ταυτισθεί με την έννοια του χώρου και του αριθμού των διαστάσεών του. Η γεωμετρία περιγράφει μια σειρά ιδιοτήτων του χώρου ανεξαρτήτως του αριθμού των διαστάσεών του. Έτσι π.χ. ένας χώρος -ανεξαρτήτως διαστάσεων- είναι Ευκλείδειος, αν υπακούει στα βασικά αξιώματα της Ευκλείδειας γεωμετρίας. Εκτός όμως του γνωστού και αντιληπτού, μέσω των ανθρωπίνων αισθήσεων, Ευκλείδειου χώρου, οι μεγάλοι μαθηματικοί
Lobatschewski και
Riemann δόμησαν δύο μη Ευκλείδειες γεωμετρίες που περιγράφουν αντίστοιχα τις ιδιότητες δύο ανεξαρτήτων και διαφορετικών χώρων που φέρουν τα ονόματα τους. Οι δύο αυτοί χώροι και οι αντίστοιχες γεωμετρίες τους αποτελούσαν απλά θεωρητικά κατασκευάσματα, χωρίς πρακτική φυσική σημασία, μέχρι τη στιγμή που ο Αϊνστάιν διετύπωσε τη Γενική θεωρία της Σχετικότητος, η οποία προϋποθέτει και λειτουργεί μόνο στα πλαίσια ενός χώρου Riemann. Με λίγα λόγια ο χώρος του Σύμπαντος που μας περιβάλλει και τον οποίο θέλουμε να λέμε ότι μετρούμε, εφ' όσον δεχόμαστε ότι αληθεύει στα πλαίσια του η Γενική θεωρία της Σχετικότητος, δεν είναι Ευκλείδειος αλλά χώρος Riemann (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -1-). Το παράδοξο όμως είναι ότι η γεωμετρία του Ευκλείδη, μπορεί να εφαρμοστεί με πολύ καλή προσέγγιση, σε πολύ μικρά κομμάτια ενός χώρου Lobatschewski. Εντούτοις η απόκλισή της από την αλήθεια γίνεται φανερή σε αστρονομική κλίμακα. Αυτό σημαίνει ότι η γεωμετρία του Ευκλείδη είναι μια οριακή περίπτωση της γεωμετρίας του Lobatschewski, η οποία με τη σειρά της αποδεικνύεται ότι είναι μια οριακή περίπτωση της γεωμετρίας του Riemann. Εδώ όμως αρχίζουν τα παράδοξα για την κοινή ανθρώπινη λογική εφ' όσον όπως γνωρίζουμε σήμερα, οι αισθήσεις μας μπορούν να καταγράψουν και να συγκεκριμενοποιήσουν σχήματα που μορφοποιούνται μόνο μέσα σε χώρους μέχρι τριών διαστάσεων που περιγράφονται από την Ευκλείδεια γεωμετρία. Τα σχήματα τα οποία μορφοποιούνται μέσα σε χώρους που περιγράφονται από μη Ευκλείδειες γεωμετρίες, όπως αυτές του Lobatschewski και του Riemann δεν είναι δυνατόν να γίνουν αντιληπτά από τις ανθρώπινες αισθήσεις"(1) Επειδή λοιπόν η γεωμετρία, του τετραδιάστατου χώρου της Γενικής θεωρίας της Σχετικότητας του Αϊνστάιν είναι Riemann, το Σύμπαν δεν είναι Ευκλείδειο σε γενικές γραμμές. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε να γίνονται αντιληπτά μέσω των αισθήσεων μας οι μορφές του συμπαντικού μας χώρου. Το ότι συνειδητοποιούμε τα σχήματα που μας περιβάλλουν, είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι οι αισθήσεις μας έχουν την ιδιότητα, δημιουργώντας ιδεατές τομές στο συνεχές χωροχρονικό γίγνεσθαι του συμπαντικού χώρου, να καταγράφουν μόνο μικρά κομμάτια του μη Ευκλείδειου χώρου Riemann που μας περιβάλλει, τα οποία όπως αναφέραμε προηγουμένως, με μεγάλη ακρίβεια, συμπεριφέρονται σαν Ευκλείδειοι χώροι, αντιληπτοί από τις αισθήσεις μας. Έτσι στην ουσία αυτό που αντιλαμβανόμαστε δεν είναι παρά η προβολική σκιά Ρειμάνιων μορφών και σχημάτων μέσα στον τρισδιάστατο Ευκλείδειο χώρο, ο οποίος δημιουργείται μέσω αυθαιρέτων τομών του συνεχούς και αδιαιρέτου συμπαντικού χωροχρόνου, τον οποίον αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας.
Οι αυθαίρετες τομές των αισθήσεων
Την ψευδή όμως εικόνα την οποίαν σχηματίζουμε μέσω των αισθήσεών μας για το τι πραγματικά συμβαίνει μέσα στον συμπαντικό χωρόχρονο, μπορούμε να την αντιληφθούμε και μέσω της κλασσικής φυσικής θεωρίας. Όπως όλοι γνωρίζουμε, ο οφθαλμός μας αποτελεί έναν ατελέστατο συλλέκτη ακτινοβολιών. Η ατέλειά του συνίσταται κυρίως στο γεγονός ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί:
1. Αντικείμενα μικρότερης έκτασης από μια ελάχιστη, π.χ. κόκκους σκόνης.
2. Την απόσταση μεταξύ ανεξάρτητων αντικειμένων, αν αυτή είναι μικρότερη μιας ελάχιστης. Τα αντικείμενα αυτά τα αντιλαμβάνεται σαν ένα.
3. Ακτινοβολίες εκτός του ελαχιστότατου εύρους των ορατών μηκών κύματος και τέλος
4. Μέσω του συνόλου των αισθήσεων μας δεν είναι δυνατόν να αντιληφθούμε παρά ένα απειροελάχιστο κομμάτι του συμπαντικού χώρου που μας περιβάλλει. Η αδυναμία αυτή των αισθήσεων μας αναγκάζει να περιορίζουμε τον κόσμο των αισθητών εντυπώσεων μας σε ένα πολύ μικρό υποσύνολο του συμπαντικού χώρου, να δημιουργούμε δηλαδή, μια ελαχιστότατη Ευκλείδεια υποκειμενική τομή στο συνεχές μη Ευκλείδειο χωροχρονικό γίγνεσθαι, μέσα στην οποία δημιουργούμε αυτό που ονομάζουμε κόσμο των αισθήσεων μας
. Μερικά αποτέλεσμα των προηγούμενων αδυναμιών των αισθήσεων μας είναι:
1. Μια σειρά αντικειμένων ή γεγονότων να παραμένουν αόρατα για τον άνθρωπο εφ' όσον τα μήκη κύματος της ακτινοβολίας την οποία εκπέμπουν δεν καταγράφεται από τον οφθαλμό μας.
2. Ένα σύνολο ελαχιστότατων σωματιδίων, όπως π.χ. κόκκοι σκόνης ή μόρια αρωματικών πτητικών ενώσεων, τα οποία παρεμβάλλονται μεταξύ των θεωρούμενων ανεξάρτητων αντικειμένων, παραμένουν αόρατα από τον οφθαλμό λόγω του περιορισμένου των διαστάσεών τους. Λόγω αυτής της αδυναμίας της οράσεώς μας δημιουργούμε την αίσθηση του "κενού" μεταξύ των φαινομενικά ανεξάρτητων αντικειμένων.
3. Επειδή οι αποστάσεις μεταξύ μορίων ή ατόμων είναι απειροελάχιστες, δεν αντιλαμβανόμαστε την αυτόνομη και ανεξάρτητη ύπαρξη τους, αλλά δημιουργείται η ψευδής εντύπωση ότι μια πυκνή (μεγάλης πυκνότητας) συλλογή ατόμων ή μορίων αποτελεί μιαν ενιαία και αυτόνομη υλική οντότητα. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται η ψευδαίσθηση της υλικής ατομικότητας των αισθητών αντικειμένων. Αν το αισθητήριο της όρασης μας είχε άπειρες δυνατότητας, και δεν παρουσίαζε τις προηγούμενες αδυναμίες, όπως είναι φανερό δεν θα δημιουργείτο στον άνθρωπο η εντύπωση των ανεξάρτητων και αυτόνομων υλικών αντικειμένων, αλλά η αίσθηση ενός χυλού υποατομικών σωματιδίων, και σε προέκταση ενός χυλού ακτινοβολιών, μέσα στον οποίο αυτό το οποίο ονομάζουμε εξατομικευμένο υλικό αντικείμενο δεν θα αποτελεί παρά ένα πύκνωμα του ενεργειακού αυτού χυλού (2). Την αυτή όμως ψευδαίσθηση δημιουργεί και το αισθητήριο της αφής. Νομίζουμε ότι ακουμπάμε ένα αντικείμενο. Στην πραγματικότητα όμως τα ακραία δομικά συστατικά του χεριού μας, κατά τη διάρκεια του γεγονότος που ονομάζουμε "επαφή", απέχουν σχετικά πολύ μεγάλες αποστάσεις από τα ακραία δομικά συστατικά του αντικειμένου το οποίο "νομίζουμε" ότι ακουμπάμε. Αυτό το οποίο συνειδητοποιούμε σαν επαφή μέσω του εγκεφάλου μας δεν είναι παρά οι απωστικές δυνάμεις που δημιουργούνται μεταξύ των πεδίων τα οποία περιβάλλουν τα δομικά συστατικά του χεριού μας και του αντικειμένου.
Τα προηγούμενα γεγονότα τονίζονται με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο από τον
Michael Talbot στο βιβλίο του
"Μυστικισμός και Σύγχρονη Επιστήμη" (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -7-). Αναφέρει χαρακτηριστικά, "Σύμφωνα με τη Νέα Φυσική μόνο να ονειρευτούμε μπορούμε τον πραγματικό κόσμο. Τον ονειρευόμαστε να υπάρχει μυστηριωδώς ορατός πανταχού παρών στο χώρο και σταθερός στο χρόνο. Παρ' όλα αυτά συγκατατεθήκαμε ενσυνείδητα στην πλαστή δημιουργία μη λογικών, αραιών και αιώνιων διαλειμμάτων (τομών) της αρχιτεκτονικής του, έτσι ώστε να μπορέσουμε ίσως να δούμε κάποτε πόσο ψεύτικο είναι το αρχικό μας πλαίσιο". Με βάση την αυθαίρετη αυτή τομή του συμπαντικού συνεχούς τετραδιάστατου Ρειμάνιου χώρου, δομήθηκε και η κλασσική φυσική θεωρία. Όπως αναφέρει και ο πατέρας της θεωρίας των Γενικών Συστημάτων Λούντβιχ φον Μπερταλάνφι: (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -6-). "Μοναδικός σκοπός της επιστήμης φαίνεται πως υπήρξε η ανάλυση, δηλαδή ο τεμαχισμός της πραγματικότητας σε πολύ μικρότερες μονάδες και η απομόνωση των ατομικών αλυσίδων των αιτίων. Έτσι η φυσική πραγματικότητα διαιρέθηκε σε σημεία. μάζας ή σε άτομα, ο ζωντανός οργανισμός σε κύτταρα, η συμπεριφορά σε ανακλαστικά, οι αντιλήψεις σε ακριβείς αισθήσεις. Ως εκ τούτου η αιτιότητα υπήρξε απαραίτητος μονόδρομος".
Για το αυτό θέμα οι D. Βοhm και Β. Ηiley στο άρθρο τους "Οn the Intuitive Understanding of Non-Lacality as by Quantum Theory" (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -2-) αναφέρουν: "Η εργασία μας δείχνει με ενορατικό τρόπο, πως ακριβώς και γιατί ένα κβαντικό πολυσωματιδιακό σύστημα δεν μπορεί να αναλυθεί σε ανεξάρτητα τμήματα με σταθερές και προσδιορίσιμες δυναμικές σχέσεις μεταξύ τους. Τα τμήματα φαίνεται μάλλον να βρίσκονται σε άμεση σχέση μεταξύ τους. Μια σύνδεση από την οποία εξαρτώνται οι δυναμικές τους σχέσεις μέσα στο όλα σύστημα. Επιπλέον, μέσα στο πλαίσιο των ευρύτερων συστημάτων στα οποία περιέχονται, τελικά εκτείνονται σαν αρχή σε ολόκληρο το Σύμπαν. Με αυτόν τον τρόπο οδηγούμαστε στη νέα ιδέα της αδιάσπαστης ολότητας, η οποία αρνείται την κλασσική ιδέα της ανάλυσης του κόσμου σε ξεχωριστά και ανεξάρτητα τμήματα".
Μέσα σε αυτή τη νέα φυσική πραγματικότητα, το τι είναι πλέον αυτό που, βάσει της ψευδαίσθησης των ανθρώπινων αισθητηρίων, ονομάζαμε μέχρι σήμερα ύλη, περιγράφει γλαφυρά ο Τσαρλς Μιούζες (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -3-) στο βιβλίο του "Συνείδηση και πραγματικότητα". "Ένα δένδρο, ένα τραπέζι, ένα σύννεφο, μια πέτρα. Όλα αυτά διαλύονται από την επιστήμη του εικοστού αιώνα σε κάτι που συνίσταται από το ίδιο υλικό. Αυτό το κάτι είναι ένα συνοθύλευμα στροβιλιζόμενων σωματιδίων που υπακούουν στους νόμους της κβαντικής φυσικής. Τούτο σημαίνει ότι όλα τα αντικείμενα που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι τρισδιάστατες εικόνες που σχηματίζονται από κύματα στάσιμα ή κινούμενα κάτω από την επίδραση ηλεκτρομαγνητικών και πυρηνικών διαδικασιών. Όλα τα αντικείμενα του κόσμου είναι τρισδιάστατες εικόνες που σχηματίζονται με ηλεκτρομαγνητικό τρόπο, εικόνες ενός υπερολογράμματος αν το θέλετε". Αυτό ισχύει βέβαια για το μικρό χώρο του κοντινού μας περιβάλλοντος. Στην περίπτωση όμως που θέλουμε να μελετήσουμε πολύ μεγάλα μέρη του Σύμπαντος, όπως αυτά που μελετά η Κοσμολογία, η Ευκλείδεια γεωμετρία παύει να τα περιγράφει και τα σχήματα που μορφοποιούνται παραμένουν ασύλληπτα από τις ανθρώπινες αισθήσεις. Οι ανθρώπινες λοιπόν αισθήσεις, δεν αποτελούν ένα αδιάψευστο κριτήριο της αλήθειας των συμπαντικών μορφών και φαινομένων, έτσι ώστε να μπορούμε πλέον να πούμε ότι: "Μέσω των αισθήσεών μας, και των διαφόρων οργάνων μας που τις ενισχύουν, δεν αντιλαμβανόμαστε το Σύμπαν όπως αυτό είναι στην πραγματικότητα. αλλά όπως έχει την δυνατότητα να το αντιληφθεί ο εγκέφαλος μας μέσω των ατελέστατων ανθρώπινων αισθήσεων. Η πραγματική φύση του τετραδιάστατου Ρειμάνιου σύμπαντος είναι μη αισθητή και περιγράφεται μόνο μέσω μαθηματικών σχέσεων".
Οι προηγούμενες όμως απόψεις, περί του ψεύδους των ανθρώπινων αισθήσεων, και της μη αισθητής αλήθειας της συμπαντικής δημιουργίας, όσο και αν φαίνονται καινοφανείς, δεν είχαν διαφύγει της αρχαίας ελληνικής θετικής σκέψης. Το αντίθετο μάλιστα, είχαν αναλυθεί σε έκταση και βάθος τέτοιο, που είναι ενδιαφέρον να καταγραφεί, και να συνδεθεί με την σύγχρονη φυσική θεωρία την οποία αν και προέβλεψε, πιθανότατα μπορεί να προεκτείνει νοητικά και θεωρητικά. Γνωρίζοντας όλα τα προηγούμενα ας δούμε ένα μέρος των απόψεων του Δημόκριτου με τον αντίστοιχο σχολιασμό που κάνει φανερό το γεγονός ότι ο Δημόκριτος και άλλοι προσωκρατικοί φιλόσοφοι γνώριζαν την αδυναμία των αισθήσεων μας να αντιληφθούν την πραγματική (μη αισθητή) φύση του Σύμπαντος αναφέροντας την με τον όρο "μη ον". Ομοίως είχαν πλήρη την αίσθηση της ψευδαίσθησης της αισθητής Δημιουργίας αναφέροντας την με τον φιλοσοφικό όρο "ον".
Δημόκριτος ο Αβδηρίτης
Πληροφορίες για τον Δημόκριτο μας δίνει ο Διογένης ο Λαέρτιος (Διογένης Λαέρτιος IX, 34) ο οποίος αναφέρει: "...Ο Δημόκριτος, γιος του Ηγησίστρατου ή σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες, του Αθηνόκριτου ή του Δαμάσιππου, ήταν από τα Άβδηρα ή, όπως λένε μερικοί από την Μίλητο... Αργότερα γνωρίστηκε με τον Λεύκιππο και, σύμφωνα με μερικούς, με τον Αναξαγόρα από τον οποίο ήταν σαράντα χρόνια νεότερος... Όπως λέγει ο ίδιος στο έργο του Μικρός Διάκοσμος, ήταν νέος στα γεράματα του Αναξαγόρα, από τον οποίο ήταν σαράντα χρόνια νεότερος. Λέγει ότι ο Μικρός Διάκοσμος συντάχθηκε 730 χρόνια μετά την Άλωση της Τροίας. Όπως αναφέρει ο Απολλόδωρος στα Χρονικά του, θα πρέπει να γεννήθηκε κατά την ογδοηκοστή Ολυμπιάδα (460-457 π.Χ.), ενώ σύμφωνα με τον Θρασύλο, στό έργο του που επιγράφεται Τα προ της αναγνώσεως των Δημοκρίτου βιβλίων, γεννήθηκε την τρίτη χρονιά της εβδομηκοστής έβδομης Ολυμπιάδας (460/69 π.Χ.), όντας (όπως λέει) ένα χρόνο νεότερος από τον Σωκράτη". Για το γραπτό έργο του Δημόκριτου ο Διογένης ο Λαέρτιος (Διογένης Λαέρτιος IX, 45(DΚ 68 α33)) αναφέρει: "...Ο Θρασύβουλος κατέταξε τα συγγράμματά του (του Δημόκριτου) κατά τετραλογίες, όπως ακριβώς έκανε και με τα έργα του Πλάτωνα. Τα ηθικά του συγγράμματα είναι... Τα φυσικά είναι: Ο Μεγάλος Διάκοσμος, η Κοσμογραφία και το περί Πλανητών...".
Προσωκρατική σκέψη και σύγχρονη Φυσική
Η ορολογία στα κείμενα του Δημόκριτου
Ένα μεγάλο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν οι μελετητές των αρχαίων κειμένων προκειμένου να συγκρίνουν τις απόψεις που διατυπώνονται σ' αυτά, με τις σύγχρονες επιστημονικές θέσεις, είναι το εννοιολογικό περιεχόμενο των χρησιμοποιούμενων όρων. Οι όροι αυτοί διαφοροποιούνται εννοιολογικά στα κείμενα των διαφόρων συγγραφέων, ενώ στις περισσότερες των περιπτώσεων, δεν έχουν καμία σχέση με το εννοιολογικό περιεχόμενο το οποίο τους αποδίδουμε σήμερα. Για το λόγο αυτό καλό θα ήταν να μελετήσουμε την έννοια κάποιων όρων τους οποίους χρησιμοποιούσαν οι Λεύκιππος και Δημόκριτος, και να τους διακρίνουμε από το νόημα το οποίο τους αποδίδουμε σήμερα. Ας δούμε λοιπόν τις τρεις επόμενες περικοπές:
1. [Σιμπλίκιος Περί Ουρανού 294, 33 (Δημόκριτος Α 37)]: ...Ο Δημόκριτος θεωρούσε ότι η φύση των αιωνίων πραγμάτων είναι μικρές ουσίες άπειρες στο πλήθος. Γι' αυτές δε υποθέτει ότι υπάρχει άλλος τόπος άπειρος στο μέγεθος. Αποκαλεί δε τον μεν τόπο με τα ονόματα "κενό" και "ουδέν" (τίποτα) και "άπειρον", τις δε ουσίες με τα ονόματα "δεν" (κάτι) και "ναστόν" (3) (στερεόν) και "ον".
2. [Αριστ. Μ. τ. Φ. 985Μ (Λευκ. Α6)]... Ο Λεύκιππος και ο οπαδός του Δημόκριτος λένε ότι στοιχεία μεν είναι το πλήρες και το κενό, αποκαλούντες το ένα ον και το άλλο μη ον, από αυτά το μεν πλήρες και στερεόν, το ον, το δε κενόν και αραιόν, το μη ον. Γι' αυτό ισχυρίζονται ότι το ον δεν έχει περισσότερο αληθινή ύπαρξη από το μη ον, διότι ούτε το κενό είναι λιγότερο πραγματικό από το σώμα.... Αυτά είναι τα υλικά αίτια των όντων
3 [Σιπλίκιος Φυσ. 28.8 (Λευκ. Α8-Δημοκρ. Α.38)]... Ο Λεύκιππος υπέθεσε ότι υπάρχουν άπειρα και αεικίνητα στοιχεία, τα άτομα... Διότι υποθέτοντας ότι η ουσία των ατόμων είναι στερεή και συμπαγής, έλεγε ότι αυτή είναι το ον και ότι κινείται στο κενό, το οποίο αποκαλούσε μη ον και ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει λιγότερο πραγματικά από το ον. Παραπλήσια δε και ο οπαδός του Δημόκριτος ο Αβδηρίτης έθεσε σαν αρχές το πλήρες και το κενό αποκαλώντας το εν ον και το άλλο μη ον.
Όπως φαίνεται από το προηγούμενο ο Δημόκριτος περιγράφει τον "τόπο" δηλαδή αυτό που καλούμε σήμερα "μαθηματικό χώρο", με τις λέξεις κενό, ουδέν, ή άπειρο. Το κενό για το Δημόκριτο συμπίπτει με την έννοια του "μη όντος". Αυτό το "μη ον" για τον Δημόκριτο (περικοπή 2) δεν υπάρχει κατά ένα τρόπο υποδεέστερον του αισθητού "όντος", εφ' όσον έχει και αυτό ιδιαίτερη φύση και υπόσταση. Ομοίως ονομάζει το "ον" και "πλήρες" ή "στερεόν", το ταυτίζει με την έννοια των ατόμων άρα ονομάζει το ον "ναστόν" και "δεν". Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αντιδιαστείλουμε την έννοια του "μη όντος" όπως το εννοεί ο Δημόκριτος από την έννοια που του δίνει ο Παρμενίδης. Σύμφωνα με τον Παρμενίδη το "μη ον" είναι ένα γενικότερο ως προς τη φύση του κοσμολογικό συστατικό το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την υλική φύση του Σύμπαντος και ανάγεται στη σφαίρα του νοητού ή του μεταφυσικού. Όπως αναφέρει και ο Δ. Μακρυγιάννης (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -10-) στο έργο του "Κοσμολογία και Ηθική του Δημοκρίτου (Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών):
"..(το μη ον =κενό) δεν είναι απλώς ο κενός χώρος (αυτός τον οποίο εννοούμε σήμερα με τον όρο αυτό) εντός του οποίου κινούνται τα άτομα, αλλά κάτι πιο ουσιαστικό, το οποίο εκτείνεται σαν υπόβαθρο της κίνησης των ατόμων και χωρίς το οποίο η κίνηση αυτή θα ήταν φυσιολογικά αδύνατη. Μπορούμε λοιπόν να παρομοιάσουμε το κενό σαν ένα είδος οθόνης πάνω στην οποία κινούνται τα άτομα, όπως οι φιγούρες στην οθόνη του θεάτρου σκιών. Η οθόνη δεν συμμετέχει στην ουσία των εικόνων που παρουσιάζονται, αλλά χωρίς αυτήν θα ήτα αδύνατο να εμφανιστούν. Έτσι και το ον κατά την θεωρία του Δημόκριτου, είναι αίτιο της ύπαρξης των όντων, όχι γιατί αποτελεί μέρος της φύσεώς τους, αλλά επειδή συντελεί σαν αόρατο υπόβαθρο στην εμφάνιση τους".
Όμως και η λέξη "λόγος" αποκτά ένα διαφορετικό, από το σημερινό, εννοιολογικό περιεχόμενο στα κείμενα των προσωκρατικών φιλοσόφων. Όπως αναφέρει ο Σέξτος:
[Σέξτος VII 126 (Ηράκλειτος Α 16)]: "Ο Ηράκλειτος επίσης πίστευε ότι ο άνθρωπος διαθέτει δύο όργανα για τη γνώση της αλήθειας, την αίσθηση και το "λόγο". Από αυτά την μεν αίσθηση θεωρούσαν απατηλή, παραπλήσια με τους προηγούμενους φυσικούς, δέχεται δε σαν κριτήριο τον "λόγο"
[Σέξτος VII 122 (Εμπεδοκλής Β1)] "...του ορθού λόγου υπάρχουν δύο είδη. Ο θείος και ο ανθρώπινος. Από αυτούς ο μεν θείος λόγος είναι ανέκφραστος, ο δε ανθρώπινος μπορεί να εκφραστεί"
Αυτό που θα πρέπει να τονιστεί είναι ότι με τη λέξη "λόγος", περιγράφεται το αντίθετο του προϊόντος της αίσθησης, το "μη αισθητό". Ο όρος "λόγος" με την προηγούμενη έννοια χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα από την χριστιανική θεολογία προκειμένου να προσδιορίσει την έννοια του Θεού, θεωρώντας τον μέσω αυτής της έκφρασης "μη αισθητό".
Η πλάνη των αισθήσεων
Όπως φαίνεται από τα προηγούμενα, η σύγχρονη επιστημονική άποψη αποδέχεται την ιδέα ότι ο αντικειμενικός κόσμος των αισθήσεων δεν αποτελεί παρά σφαλερή εικόνα, δηλαδή έναν ελαχιστότατο περιορισμό αυτού που στην πραγματικότητα υπάρχει και εξελίσσεται γύρω μας. Το γεγονός αυτό όμως δεν είχε διαφύγει της αντίληψης των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Η πρώτη νύξη περί της σχετικής μόνον αλήθειας των γεγονότων τα οποία γίνονται αντιληπτά μέσω των ανθρώπινων αισθήσεων, γίνεται από τον Ξενοφάνη ο οποίος αναφέρει:
[Αποσπ. 34, Σέξτος, Προς Μαθηματικούς VII, 49 και 110 πρβ Πλούταρχος] "Κανένας άνθρωπος δεν ξέρει, ούτε θα μάθει ποτέ την αλήθεια για τους θεούς και για τα όσα λέγω, γιατί ακόμα κι αν τύχει κάποιος να πει την πλήρη αλήθεια, δεν το ξέρει, για όλα τα πράγματα υπάρχουν μόνο γνώμες".
Και ακόμα, [Απόσπασμ. 35, Πλούταρχος, Συμποσιακά ζητήματα IX, 7, 746β] "Ας θεωρηθεί ότι τα πράγματα μοιάζουν με την αλήθεια". Μια δεύτερη νύξη καταγράφεται στα λόγια του Ηράκλειτου ο οποίος φέρεται να λέγει:
[Απόσπ. 123, Θεμίστιος, Λόγοι 5, σελ. 69Δ] "Η αληθινή δομή των πραγμάτων συνήθως κρύβεται"
και ακόμα [Απόσπ. 54, Ιππόλυτος, Ελ. IX, 9,5] "Ο αφανής δεσμός είναι ισχυρότερος από τον φανερό".
Εκτός όμως της προηγούμενης περικοπής ο Σέξτος αναφερόμενος στις απόψεις του Ηρακλείτου μας πείθει τελικά, ότι ο μεγάλος θετικός φιλόσοφος είχε αντιληφθεί πλήρως την ψευδαίσθηση του κόσμου των ανθρώπινων αισθήσεων μας. Αναφέρει λοιπόν ο Σέξτος Εμπειρικός:
[Σέξτος VII 126 (Ηράκλειτος Α 16)]: "Ο Ηράκλειτος επίσης πίστευε ότι ο άνθρωπος διαθέτει δύο όργανα για τη γνώση της αλήθειας, την αίσθηση και το "λόγο". Από αυτά την μεν αίσθηση θεωρούσαν απατηλή, παραπλήσια με τους προηγούμενους φυσικούς, δέχεται δε σαν κριτήριο τον "λόγο".
Όμως και ο Παρμενίδης, όπως αναφέρει ο Διογένης και ο Σιμπλίκιος, είχαν μια ορθή άποψη για την ψευδαίσθηση του φυσικού κόσμου όπως αυτός συλλαμβάνεται μέσω των ανθρωπίνων αισθήσεων. Αναφέρουν ειδικότερα για τις απόψεις του Παρμενίδη:
[Διογένης IX 22 (Παρμενίδης ΑΙ, 22] "Ο Παρμενίδης έλεγε ότι η φιλοσοφία είναι διττή: Η μία μορφή της είναι σύμφωνη με την αλήθεια ενώ η άλλη κατά εικασία... καθόρισε δε τον "λόγο" (4) σαν κριτήριο, διότι οι αισθήσεις δεν είναι ακριβείς"
[Σιμπλίκιος Π. Ουραν 557, 20 (Παρμενίδης Β1)] "Οι άνδρες εκείνοι υπέθεταν δύο υποστάσεις: Την μία του νοητού πραγματικού όντος, και την άλλη του γενομένου και αισθητού, το οποίο δεν καταδέχονταν να αποκαλούν απλά "ον" (5) αλλά "νομιζόμενο ον" (6). Δια τούτο λέγουν ότι η αλήθεια σχετίζεται με το πραγματικό ον, ενώ για το μεταβαλλόμενο ον (τα φυσικά πράγματα) υπάρχει μόνο εικασία".
Οι απόψεις αυτές του Παρμενίδη περιγράφονται ολοκληρωμένα στο εξάμετρο ποίημά του, μεγάλα αποσπάσματα του οποίου διασώθηκαν από τον Σέξτο Εμπειρικό (προοίμιο) και τον Σιμπλίκιο. Την ιδέα όμως της ψευδούς πραγματικότητας που δημιουργούν οι αισθήσεις μας, είχε σχηματίσει, σύμφωνα με τον Σέξτο Εμπειρικό και ο Εμπεδοκλής. Όπως αναφέρει ο Σέξτος Εμπειρικός:
[Σέξτος VII 122 (Εμπεδοκλής Β1)]: "Άλλοι ήσαν οι λέγοντες ότι κατά τον Εμπεδοκλή κριτήριο της αλήθειας δεν είναι οι αισθήσεις αλλά ο "ορθός λόγος". Του ορθού "λόγου" υπάρχουν δύο είδη, ο θείος και ο ανθρώπινος. Από αυτούς ο μεν θείος "λόγος" είναι ανέκφραστος (άρρητος) ο δε ανθρώπινος μπορεί να εκφραστεί". Όπως γίνεται αντιληπτό από όλα τα προηγούμενα, το γεγονός ότι η φυσική δημιουργία όπως την αντιλαμβάνονται οι ανθρώπινες αισθήσεις, δεν αποτελεί παρά μια ανθρώπινη "αυταπάτη", αποτελούσε μια κοινή διαπίστωση της προσωκρατικής θετικής φιλοσοφικής σκέψης. Συγχρόνως ήταν βαθιά ριζωμένη η πίστη σε μιαν αντικειμενικά αληθινή φυσική δημιουργία η οποία δεν ήταν δυνατόν να γίνει αντιληπτή μέσω των ανθρώπινων αισθήσεων αλλά μόνο μέσω της νόησης. Της μαθηματικής ανάλυσης και των μοντέλων, όπως θα λέγαμε σήμερα.
Οι διατυπωμένες αυτές απόψεις, προγενέστερες του Δημοκρίτου, πιθανότατα απετέλεσαν το αναγκαίο πρωτογενές υλικό πάνω στο οποίο στηρίχθηκε ο Δημόκριτος, αλλά και ο Λεύκιππος, προκειμένου να διατυπώσουν κάποιες πιο ολοκληρωμένες θέσεις πάνω στο εν λόγω θέμα, και αυτό προκειμένου να τεκμηριώσουν την διατυπωθείσα ατομική θεωρία τους. Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά τις απόψεις του Δημοκρίτου περί της "αλήθειας" της αισθητής Δημιουργίας, όπως αυτές μεταφέρονται από τους, Σιμπλίκιο, Σέξτο, Γαληνό, Αέτιο και Αριστοτέλη, παραθέτοντας και τον αντίστοιχο σχολιασμό μας.
1. (Δημόκριτος, απόσπ. 11, Σέξτος, Προς Μαθηματικούς VII, 138)... Αλλά στους Κανόνες λέγει ότι υπάρχουν δύο είδη γνώσης, η μία μέσω των αισθήσεων και η άλλη μέσω της διάνοιας. Από αυτές, εκείνη που αποκτάται μέσω της διάνοιας την αποκαλεί γνήσια, αποδίδοντας της αξιοπιστία για την εκφορά σωστής κρίσης, ενώ εκείνη που αποκτάται μέσω των αισθήσεων την ονομάζει νόθα, μην αναγνωρίζοντάς της το αλάθητο για τη διάγνωση του αληθινού. Λέγει κατά λέξη, "υπάρχουν δύο μορφές γνώσης, μία γνήσια και μία νόθα. Στη νόθα ανήκουν όλα τα παρακάτω, η όραση, η ακοή, η οσμή, η γεύση, η αφή. Η άλλη μορφή γνώσης είναι γνήσια, που είναι ξέχωρη από αυτή.
Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι σαν νόθα ο Δημόκριτος αναγνωρίζει τη γνώση η οποία προκύπτει μέσω των αισθήσεων, τις οποίες αναφέρει με το όνομά τους. Ένα δεύτερο ενδιαφέρον σημείο που θα πρέπει να τονιστεί είναι ότι οι περισσότεροι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μεταξύ των οποίων και ο Δημόκριτος, αναφέρονται στη νόηση, αναγορεύοντάς την σε μια έκτη αίσθηση, μέσω της οποίας μπορούμε να αντιληφθούμε τη μη αισθητή, αλλά υπαρκτή και αντικειμενική πραγματικότητα του φυσικού κόσμου. Ως εκ τούτου δεν θα φανεί πλέον παράδοξο αν επαναδιατυπώσουμε την άποψη ότι αν θέλουμε τους επόμενους αιώνες να αντιληφθούμε, ως αντικειμενική πραγματικότητα, τη φυσική και συμπαντική συγκρότηση όπως αυτή εκφράζεται από τη σύγχρονη Φυσική και Αστροφυσική θα πρέπει να εκπαιδεύσουμε τη νόηση μας αναγορεύοντας την σαν μια έκτη υπεραίσθηση.
2. [(Δημόκριτος, απόσπ.. 9 Σέξτος, Προς Μαθηματικούς VII, 136)]... Στα Κρατυντήρια (Αποδεικτικά στοιχεία), αν και είχε υποσχεθεί (ο Δημόκριτος) να αποδώσει στις αισθήσεις το κύρος της βεβαιότητας, ίσα ίσα βρίσκεται να τις καταδικάζει, γιατί λέγει "Αλλά εμείς στην πραγματικότητα δεν συλλαμβάνουμε τίποτα το βέβαιο, παρά μόνο κάτι που αλλάζει ανάλογα με την κατάσταση του σώματος και των πραγμάτων που μπαίνουν μέσα του και ασκούν πίεση πάνω του".
3. [(Δημόκριτος, απόσπ. 10 και 6-8, Σέξτος, Προς Μαθηματικούς VII, 136)]... Και πάλι λέγει (απόσπ. 10) "Έγινε λοιπόν φανερό με πολλούς τρόπους ότι στην πραγματικότητα δεν συλλαμβάνουμε την πραγματικότητα δεν συλλαμβάνουμε πώς είναι ή πώς δεν είναι το κάθε πράγμα". Και στο Περί Ιδεών (απόσπ. 6) "Ο άνθρωπος πρέπει να μάθει από αυτόν τον κανόνα ότι είναι χωρισμένος από την πραγματικότητα". Και πάλι (απόσπ. 7) "Και αυτό επίσης το επιχείρημα δείχνει ότι στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε τίποτα για κανένα πράγμα, αλλά για τον καθένα μας υπάρχει μια αναπλασμένη μορφή του, η πίστη". Και ακόμα (απόσπ. 8) "Ωστόσο, θα πρέπει να είναι φανερό ότι είναι πολύ δύσκολο να μάθουμε πως είναι στην πραγματικότητα το κάθε πράγμα".
4. [(Δημόκριτος, απόσπ. 9, Σέξτος, Προς Μαθηματικούς VII, 135)]...Ο Δημόκριτος αναιρεί μερικές φορές αυτά που φαίνονται στις αισθήσεις και λέγει ότι κανένα από αυτά δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, παρά μόνο στη φαντασία των ανθρώπων.
5. [(Αριστοτέλης, Μετ. Γ5, 1009β7)]... Επιπλέον, σε πολλά υγιή ζώα τα ίδια πράγματα φαίνονται αντίθετα από ότι σ' εμάς, αλλά και ένας άνθρωπος δεν αισθάνεται πάντα με τον ίδιο τρόπο τα πράγματα. Είναι λοιπόν άγνωστο ποιά από αυτά είναι αληθινά και ποιά ψεύτικα, γιατί τα μεν δεν είναι περισσότερο αληθινά από τα δε, παρά εξίσου. Γι' αυτό ο Δημόκριτος λέγει ότι, ή τίποτα δεν είναι αληθινό, ή (αν είναι αληθινό) είναι αφανές σ' εμάς.
6. [(Δημόκριτος, απόσπ. 125, Γαληνός, Περί της ιατρικής εμπειρίας σ. 113, Walzer)]... Άθλιε νου, αφού πήρες τις βεβαιότητές σου από εμάς (δηλαδή τις αισθήσεις) μας απορρίπτεις; Η απόρριψη μας είναι η κατάρρευσή σου.
7. [Αέτιος IV 9,8 (Λευκ. Α. 32)]: "...Άλλοι λένε ότι τα αισθητά είναι φυσικά, ο Λεύκιππος δε και Δημόκριτος ότι τα νομίζουμε τέτοια, από την προσωπική γνώμη και τις εντυπώσεις μας. Τίποτα δεν είναι αληθινό ούτε αντιληπτό, εκτός από τα πρώτα στοιχεία, τα άτομα και το κενό. Διότι μόνο αυτά υπάρχουν φυσικά, όλα δε τα άλλα συμβαίνουν από τις διαφορές της θέσεως, της τάξεως και του σχήματος.
8. [Σιμπλίκιος Φυσ. 28.8 (Λευκ. Α8-Δημοκρ. Α.38)]... Ο Λεύκιππος υπέθεσε ότι υπάρχουν άπειρα και αεικίνητα στοιχεία, τα άτομα... Διότι υποθέτοντας ότι η ουσία των ατόμων είναι στερεή και συμπαγής, έλεγε ότι αυτή είναι το ον και ότι κινείται στο κενό, το οποίο αποκαλούσε μη ον και ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει λιγότερο πραγματικά από το ον. Παραπλήσια δε και ο οπαδός του Δημόκριτος ο Αβδηρίτης έθεσε σαν αρχές το πλήρες και το κενό αποκαλώντας το εν ον και το άλλο μη ον.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να γίνει μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση, η οποία προκύπτει συνειρμικά από όλα τα προηγούμενα. Όπως αναφέρθηκε, εφ' όσον το πλήρες και το κενόν δηλαδή τα άτομα και ο χώρος, σύμφωνα με τις απόψεις των ατομικών φιλοσόφων, είναι αληθινές και αντικειμενικές πραγματικότητες (περικοπή 7), θα πρέπει να βρίσκονται έξω από το πεδίο των ανθρώπινων αισθήσεων, εφ' όσον κατά την άποψη των ατομικών φιλοσόφων, τα προϊόντα των αισθήσεων αποτελούν απλές ψευδαισθήσεις, εκτός του πεδίου της αλήθειας και της αντικειμενικής πραγματικότητας. Την άποψη αυτή επιβεβαιώνει και η επόμενη περικοπή 1 που θέλει τα άτομα "γυμνά αισθητής ποιότητας".
9. [Γαληνός Ι 417 Κ (Δημόκριτος Α49)]: "...Συμβατικά υπάρχουν το χρώμα, το γλυκό, το πικρό, στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο τα άτομα και το κενό λέγει ο Δημόκριτος, πιστεύοντας ότι όλες οι αισθητές ιδιότητες οφείλονται στη συμπλοκή των ατόμων και εξαρτώνται από εμάς που τις αισθανόμαστε. Δεν υφίσταται εκ φύσεως το λευκό, το μαύρο, το ξανθό, το κόκκινο, το γλυκό, το πικρό κ,τ.λ. Ο δε όρος "νόμω" σημαίνει ακριβώς ότι "εμείς νομίζουμε πως είναι έτσι" χωρίς να είναι αυτή η φύση των πραγμάτων, την οποία πάλι αποκαλεί "ετεή" από το όνομα "ετεόν" που σημαίνει αληθινό.
10. [Σέξτος VII 137 ( Δημόκριτος Β6 )]: Στο βιβλίο "Περί Ιδεών" γράφει: "ο άνθρωπος πρέπει να γνωρίζει σύμφωνα με τον κανόνα ότι βρίσκεται μακριά από την αληθινή πραγματικότητα".
11. [Σέξτος VIII 6 (Δημόκριτος Α59)]: "Οι Πλατωνικοί και οι Δημοκρίτειοι κατανόησαν ότι μόνο τα νοητά όντα είναι αληθινά. Αλλά ό μεν Δημόκριτος επειδή δεν υφίσταται κανένα φυσικό αισθητό πράγμα, αφού τα άτομα που σύγκροτούν όλα τα σώματα είναι γυμνά από κάθε αισθητή ποιότητα, ο δε Πλάτων επειδή τα αισθητά συνεχώς μεταβάλλονται...".
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Δημόκριτος θεωρούσε τα άτομα, τον βασικό δηλαδή δομικό λίθο αυτού που ονομάζουμε σήμερα αισθητή ύλη, "γυμνά από κάθε έννοια αισθητής ποιότητας". Με λίγα λόγια τα άτομα, αφού είναι αληθινά, είναι μη αισθητές οντότητες άρα νοητές. Η ιδέα αυτή συμφωνεί με τις απόψεις της σύγχρονης φυσικής που θέλει τα στοιχειώδη σωμάτια σαν ένα είδος στροβίλου που μεταδίδεται μέσα στο πεδίο (Σχετικότητα) ή σαν ένα ενεργειακό κύμα (Κβαντική Φυσική). Δηλαδή η φύση τους δεν γίνεται αντιληπτή από τις ανθρώπινες αισθήσεις.
12. [Αέτιος IV, 8, 10] ...Ο Λεύκιππος, ο Δημόκριτος και ο Επίκουρος λένε ότι η αίσθηση και η νόηση προκαλούνται από είδωλα που έρχονται από έξω, καμιά από τις δύο δεν συμβαίνει χωρίς την πρόσκρουση ενός ειδώλου στο ον που (τότε, μετά την πρόσκρουση έχει την αίσθηση ότι) αισθάνεται ή σκέφτεται.
Όπως διαπιστώνουμε από την προηγούμενη περικοπή ο Δημόκριτος θεωρεί ότι οι αισθήσεις δεν αποτελούν παρά το αποτέλεσμα που προκαλείται όταν "είδωλα", ακτινοβολίες δηλαδή όπως θα λέγαμε σήμερα, που πηγάζουν από "έξω" (από το πεδίο του πραγματικού κόσμου της νόησης), ερεθίσουν τα όργανα των αισθήσεών μας. Το αποτέλεσμα αυτών των ερεθισμάτων (οι αισθήσεις) δεν συνιστά κατά τον Δημόκριτο μια αντικειμενική πραγματικότητα. Η άποψη αυτή δεν απέχει από την σύγχρονη επιστημονική άποψη (7).
Μια ενδιαφέρουσα άποψη όμως εκφράζει και η επόμενη περικοπή (Αριστοτέλης, Φυσ. Α3, 187 α1, ΔΚ29 α22) : "..Μερικοί δέχτηκαν και τα δύο επιχειρήματα, το επιχείρημα ότι τα πάντα είναι ένα, αν το ον σημαίνει ένα πράγμα, λέγοντες ότι το μη ον υπάρχει, ως αποτέλεσμα της διχοτόμησης..."
Πιθανότατα, όπως φαίνεται από την προηγούμενη θέση, είχε γίνει επιπλέον κατανοητό και από τον Δημόκριτο ότι ο χώρος δράσης των αισθήσεων, δεν αποτελεί παρά μια υποκειμενική αυθαίρετη τομή που οι αισθήσεις μας δημιουργούν στον κενό χώρο του "μη όντος" προκειμένου αυτές να αντιληφθούν σαν αισθητά όντα κάποιες απεικονίσεις (προβολές) των ιδιοτήτων των "μη όντων. Η θέση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι ο Δημόκριτος πίστευε, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ότι ένας (από τους πολλούς) αισθητός κόσμος δημιουργείται όταν μέσα στο συνολικό "κενό" χώρο του σύμπαντος (μη ον) σχηματιστεί ένα επί μέρους "μέγα κενό" (τομή γενικότερου συμπαντικού χώρου) μέσα στον οποίο συρρεύσουν πολλά σώματα (Λευκ. Α 10) (8).
Η άποψη αυτή, είναι φανερό, ότι συμφωνεί με τις σύγχρονες επιστημονικές απόψεις, οι οποίες εκφράζονται από τα λόγια του πατέρα της θεωρίας των Γενικών Συστημάτων Λούντβιχ φον Μπερταλάνφι, όπως αυτά αναφέρθηκαν στη σελίδα 3 (9).
Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο που θα πρέπει να τονιστεί είναι η επόμενη άποψη του Δημόκριτου:
[Διογένης IX 44 (Δημοκ. Α1).... Υπάρχουν άπειροι κόσμοι, που δημιουργούνται, και καταστρέφονται. Δεν γεννιέται τίποτα από το μη ον, ούτε καταστρέφεται στο μη ον.
Η προηγούμενη άποψη, υπό το πρίσμα όλων όσων ελέχθησαν περί του μη όντος, είναι άκρως ενδιαφέρουσα, εφ' όσον δηλώνει ξεκάθαρα ότι το μη ον ή άλλως το κενό (ή το άπειρο), δηλαδή ο μη αισθητός χώρος από μόνος του δεν μπορεί να γεννήσει κόσμους, εφ' όσον χρειάζεται γι' αυτό η συνεισφορά του όντος (των ατόμων). Και αντίθετα κάποιος κόσμος δεν είναι δυνατόν να διαλυθεί και να μετατραπεί μονοδιάστατα σε μη ον (χώρο). Η ύλη δηλαδή δεν μπορεί να μετατραπεί μόνο σε χώρο (μη ον =κενό), αφού στην ουσία περιλαμβάνει εκτός του κενού και άτομα.
Κάποιες άλλες ενδιαφέρουσες απόψεις
Ενδιαφέρον είναι να αναφερθεί η άποψη του Δημόκριτου περί "χρόνου"
[Σέξτος Χ 181 (Δημόκριτος Α72)]: "...Στους φυσικούς που ήσαν οπαδοί του Επίκουρου και του Δημόκριτου αποδίδουν μια τέτοια επινόηση για το χρόνο "χρόνος (ο ανθρωπίνως μετρούμενος) είναι ένα φάντασμα όμοιο με την ημέρα και την νύχτα".
Η άποψη αυτή δεν βρίσκει αντίθετη τη σύγχρονη Φυσική αφού η έννοια χρόνος, όπως τη θεωρεί ο Δημόκριτος, ταυτίζεται με αυτό που ονομάζουμε σήμερα "Νευτώνειος χρόνος" και μετριέται με τα ρολόγια και τα ημερολόγια μας. Ο Νευτώνειος όμως χρόνος, όπως γνωρίζουμε πλέον, δεν αποτελεί παρά την προβολή της Ρειμάνιας σχετικιστικής διάστασης χρόνος μέσα και πάνω σε έναν Ευκλείδειο χώρο ή έναν χώρο Μinkowski, ένα φάντασμα δηλαδή αυτού που στην πραγματικότητα είναι ο χρόνος.
Ας δούμε όμως ειδικότερα το θέμα.
Σύμφωνα με την άποψη του Α. Αϊνστάιν, ο χώρος των τριών διαστάσεων καθώς και η διάσταση χρόνος είναι οντότητες αναπόσπαστα συνδεδεμένες και δομούν μια ενιαία συμπαντική πραγματικότητα αυτή του χωροχρόνου. Από την ενότητα αυτή δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τον χρόνο, αντιμετωπίζοντας τον ανεξάρτητα από τις άλλες τρεις διαστάσεις, (τρισδιάστατος χώρος) διότι και η διάσταση χρόνος χάνει την ταυτότητα της και το σύστημα των ανεξαρτήτων οντοτήτων χώρος-χρόνος δεν μπορεί πλέον να περιγράψει την συμπαντική πραγματικότητα.
Όμως ακόμα κι αν μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε τον χρόνο από τη δομή του χωροχρόνου, για να τον αντιληφθούμε μέσω των αισθήσεων μας θα έπρεπε ο τετραδιάστατος συμπαντικός χωροχρόνος να περιγράφεται μέσω της Ευκλείδειας γεωμετρίας, γεγονός που δεν συμβαίνει, εφ' όσον αυτός εκφράζεται μέσω της γεωμετρίας Ρείμαν. Τούτο σημαίνει ότι μέσω των αισθήσεων μας δεν είναι δυνατόν να αντιληφθούμε την πραγματική ουσία της διάστασης χρόνος.
Οι αισθήσεις μας όμως μπορούν να αντιληφθούν απειροελάχιστα τμήματα του Σύμπαντος , τα οποία με καλή προσέγγιση περιγράφονται από την Ευκλείδεια γεωμετρία. Μέσα σ' αυτά τα μικρά συμπαντικά κομμάτια, αντιλαμβανόμαστε αυτό που οι άνθρωποι αποκαλούν Νευτώνειο χρόνο και τον μετράνε με τα ρολόγια και τα ημερολόγια τους. Όπως είναι φανερό, αυτός ο χρόνος , δεν έχει καμία σχέση με τη διάσταση χρόνος (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -9-).
Ένα άλλο θέμα το οποίο έλυσε ο Δημόκριτος, αλλά απεδείχθη, μέσω οργάνων, πολύ αργότερα, υπήρξε το πρόβλημα της δομής του Γαλαξία μας. Όπως πίστευε ο Δημόκριτος [Αχιλλεύς Εισαγ. 24 (Δημόκριτος Α91) [Περί του γαλαξίου]]: "...Άλλοι λένε ότι ο Γαλαξίας αποτελείται από πολύ μικρά και πυκνά αστέρια, που σε μας φαίνονται ενωμένα λόγω του μεγάλου διαστήματος από τον ουρανό μέχρι τη Γη, όπως ένα αντικείμενο που πασπαλίζεται με πολλούς κόκκους αλατιού...".
Την πρώτη επιστημονική επιβεβαίωση αυτών των απόψεων του Δημόκριτου για τη φύση του Γαλαξία έδωσε ο Γαλιλαίος περί το 1610 μ.Χ. όταν στρέφοντας το μικρό του τηλεσκόπιο προς αυτόν, διαπίστωσε, όπως αναφέρει στο βιβλίο του "Νuntius Sidereus": "...(Ο Γαλαξίας) αποτελείται από μια μάζα αναρίθμητων αστέρων, ευρισκόμενων πλησίων αλλήλων κατά σμήνη.. ." (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -9-).
Η Κοσμολογία του Δημόκριτου
Αν και όλοι σήμερα θεωρούν τον Δημόκριτο μαζί με τον Λεύκιππο πατέρες της Ατομικής θεωρίας, δεν είναι πολλοί αυτοί οι οποίοι γνωρίζουν ότι οι δύο ατομικοί φιλόσοφοι είναι οι προπάτορες μιας κοσμολογικής πρότασης η οποία δεν έχει αναλυθεί, ως θα όφειλε, σε βάθος, ούτε έχει τεθεί υπό την κρίση της σύγχρονης επιστημονικής γνώσης, όπως έγινε για τις απόψεις τους περί ατόμου.
Τις κοσμολογικές αυτές απόψεις, με τον αντίστοιχο σχολιασμό τους, επιχειρούμε να μελετήσουμε εν περιλήψει στη συνέχεια, υπό το πρίσμα των παρατηρήσεων και σχολίων που έγιναν στα προηγούμενα.. Ας δούμε όμως τι αναφέρει ο Διογένης ο Λαέρτιος για τις απόψεις του Λεύκιππου οι οποίες είχαν γίνει αποδεκτές και από τον Δημόκριτο.
[Διογένης IX 30 (Λευκ. Α1)]...Ο Λεύκιππος πίστευε ότι...οι κόσμοι δημιουργούνται όταν πέφτουν σώματα σε κάποιο κενό και συμπλέκονται μεταξύ τους, από δε την κίνηση και τη συσσώρευση τους σχηματίζεται η φύση των άστρων... (31) Οι δε κόσμοι δημιουργούνται με τον ακόλουθο τρόπο. Πολλά σώματα, με κάθε είδους αγήματα, αποσπώνται από το άπειρο και φέρονται σε ένα μεγάλο κενό όπου συσσωρευόμενα σχηματίζουν μία δίνη. Εξ αιτίας αυτής συγκρουόμενα και στροβιλιζόμενα ακανόνιστα, διαχωρίζονται τα όμοια προς τα όμοια. Όταν ισορροπήσουν λόγω του πλήθους και δεν μπορούν πλέον να περιστρέφονται, τα λεπτά (σώματα) προχωρούν στο εξωτερικό κενό, σαν να εκτοξεύονται, τα υπόλοιπα δε παραμένουν ενωμένα και συμπλεκόμενα πλησιάζουν μεταξύ τους και σχηματίζουν αρχικά ένα σφαιροειδές σύστημα. (32) Από αυτό αποσπάται ένας υμένας, που περιέχει μέσα του διάφορα σώματα. Καθώς στριφογυρίζουν εξ αιτίας της φυγόκεντρης δύναμης, ο υμένας γίνεται λεπτός, διότι συρρέουν πάντοτε (προς το κέντρο) τα στοιχεία που βρίσκονται κοντά εμπλεκόμενα στη δίνη. Ώτσι δημιουργείται η γη (η αισθητή ύλη), όταν ενώθηκαν όσα συσσωρεύτηκαν στο κέντρο. Αυτός πάλι ο εξωτερικός υμένας αυξήθηκε με τη συρροή σωμάτων που έρχονται από έξω διότι καθώς παρασύρεται από τη δίνη, ενσωματώνει τα σώματα με τα οποία έρχεται σε επαφή. Από αυτά, μερικά συμπλεκόμενα σχηματίζουν αρχικά ένα σύστημα πολύ υγρό και λασπώδες. Αφού ξηρανθούν και ακολουθήσουν τη γενική δίνη κατόπιν πυρακτώνονται και αποτελούν τη φύση των αστέρων... Βάσει της προηγούμενης περικοπής, τα κύρια βήματα της κοσμικής δημιουργίας, σύμφωνα με τις απόψεις του Λεύκιππου και του Δημόκριτου ήταν τα επόμενα:
1 Στην αρχή υπήρχε το πλήρες και το κενό. Πριν από τα γεγονότα τα οποία περιγράφει η προηγούμενη περικοπή, όπως ήδη αναφέρθηκε αρχικά υπήρχε η συνολική συμπαντική δημιουργία (μη ον=κενό =άπειρο), μέσα στην οποία έπλεαν τα άτομα (ον). Το σύστημα (ον +μη ον) βρισκόταν έξω από τις δυνατότητες των ανθρώπινων αισθήσεων, εφ' όσον, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι ατομικοί φιλόσοφοι δέχονταν ότι "το πλήρες και το κενόν δηλαδή τα άτομα και ο χώρος είναι αληθινές και αντικειμενικές πραγματικότητες που βρίσκονται έξω από το πεδίο των ανθρώπινων αισθήσεων". Όπως μπορούμε να δούμε με το ενιαίο σύστημα πλήρες +κενό (= άτομα + χώρος), ο Δημόκριτος αντικαθιστά ένα προγενέστερο σύστημα, αυτό του Ορφικού Χάους και του Ερέβους, χωρίς βέβαια να υπαινίσσεται την αντίστοιχη ταύτιση των επιμέρους συνιστωσών του συστήματος.
2. Δημιουργία των "μεγάλων κενών" [Διογένης Λαέρτιος IX, 31 (ΔΚ67 α1)]... Οι κόσμοι δημιουργούνται με τον εξής τρόπο. Πολλά σώματα, μετακινούνται προς το "μεγάλο κενό" ξεκόβοντας από το άπειρο (το κενό).
Στη φάση αυτή, στα πλαίσια του συνολικού αρχικού συμπαντικού χώρου (μη ον=κενό=άπειρο) δημιουργούνται πολλά επιμέρους "μεγάλα κενά", δηλαδή μικροί υποχώροι του συνολικού συμπαντικού χώρου. Αυτό θα μπορούσε να εκφραστεί με τη σημερινή επιστημονική ορολογία ως σχηματισμός, μέσα στον συνολικό συμπαντικό μη αισθητό και μη Ευκλείδειο χώρο του Σύμπαντος, επιμέρους περιοχών, διαφοροποιημένης πυκνότητας άρα και καμπυλότητας, γεγονός που διαφοροποιούσε και τη γεωμετρία των δημιουργούμενων υποχώρων.
Η κοσμολογική αυτή διαδικασία η οποία περιγράφεται από τον Δημόκριτο, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποτελεί το βασικό στοιχείο της κβαντικής κοσμολογικής θεωρίας του Α. Λίντε, η οποία προβλέπει και προσπαθεί να ερμηνεύσει την δημιουργία αυτών των κενών, τα οποία ονομάζει φυσαλίδες, μέσω του πεδίου πληθωρισμού.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο Δημόκριτος φαίνεται να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το "αίτιο" (τα μεγάλα κενά), που, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ανάγκασε τα άτομα να συσσωρευτούν σε μικρές περιοχές, και όχι για το αίτιο που δημιούργησε το "μεγάλο κενό". Για τον λόγο αυτό επινοεί την έννοια των επιμέρους κενών (χώρων) σαν αίτιο της μελλοντικής συσσώρευσης των ατόμων, χωρίς όμως να δικαιολογεί τη φυσική διαδικασία σχηματισμού τους.
3. Τοπική κατάρρευση των "ατόμων" στα "μεγάλα κενά", σχηματισμός της "δίνης" Στη φάση αυτή, μη αισθητά κομμάτια του όντος (άτομα), προερχόμενα από τη συνολική μη αισθητή συμπαντική δημιουργία (άπειρο+άτομα=κενό+πλήρες=μη ον+ον), τείνουν να καταλάβουν τα σχηματισθέντα "μεγάλα κενά" δημιουργώντας, για κάθε ένα από αυτά και μία αντίστοιχη "δίνη" (10). Με την είσοδο ατόμων μέσα στους υποχώρους των "μεγάλων κενών", δημιουργούνται οι αισθητοί "κόσμοι", οι οποίοι περιέχονται μέσα στο συνολικό και μη αισθητό σύνολο, "ον+μη ον" (άτομα+κενό=Σύμπαν), και μπορεί να είναι άπειροι.
Η κοσμολογική δίνη
Μια πρώτη αναφορά στην έννοια της δίνης γίνεται στην Ορφική Κοσμολογία. Το αρχικό κοσμολογικό αυγό, του οποίου τη φυσική δημιουργία και σύσταση, με θαυμαστό επιστημονικά τρόπο περιγράφει ο Δημόκριτος (βλέπε επόμενα), γεννά έναν ανεμοστρόβιλο, τον οποίο οι ατομικοί φιλόσοφοι περιγράφουν σαν δευτερεύουσα δίνη, και τα Ορφικά κείμενα ονομάζουν Έρωτα. [Αριστοφάνης Όρνιθες 693]... η μαυροφτέρουγη Νύχτα γεννάει πρώτα ένα ανεμοδαρμένο αυγό, από όπου, σαν ήρθε η ώρα, βγήκε ο φλογερός ο Έρωτας, με χρυσά φτερά να αστράφτουν στη ράχη του, όμοιος με ανεμοστρόβιλο...
Την έννοια της δίνης και του στροβίλου συναντάμε και ως κοσμολογική άποψη του Εμπεδοκλή:
[Σιμπλίκιος, Περί Ουρανού 529, 1 (στίχοι 1-15), εις Φυσικά 32, 13 (στίχοι 3-17)].. Σαν έφτασε η φιλονεικία στα τρίσβαθα της δίνης κι ήρθε η αγάπη στη μέση του στροβίλου, όλα τούτα άρχισαν να συνάζονται και να γίνονται ένα μόνο....
[Αριστοτέλης, Περί Ουρανού Β 13, 259α 29]... Εξάλλου είναι περίεργο που δεν αντιλήφθηκε (ο Εμπεδοκλής) ότι, αν πρωτύτερα τα μόρια της γης συνέκλιναν προς το κέντρο λόγω της δίνης, έπρεπε να εξηγήσει για ποια αιτία όλα όσα έχουν βάρος παρασύρονται τώρα προς το κέντρο. Γιατί δεν μπορεί να είναι η δίνη αυτό που τα φέρνει κοντά μας....
[Αέτιος II, 6, 3 (ΔΚ 31α 49)]...Ο Εμπεδοκλής υποστηρίζει ότι πρώτος ξεχώρισε ο αιθέρας, δεύτερη η φωτιά και κατόπιν η γη (ύλη). Από τη γη καθώς περισφιγγόταν έντονα από τη δύναμη της περιστροφής ανάβλυσε το νερό...
Στην έννοια όμως της "δίνης" δίνεται ένα συγκεκριμένο φυσικό νόημα από τον Δημόκριτο, που παρουσιάζει σήμερα ένα ιδιαίτερο κοσμολογικό ενδιαφέρον. Αρχικά η "δίνη" του Δημόκριτου σχηματίζεται στα πλαίσια του αρχικού μη αισθητού συστήματος, "κενού"+"μη κενού" (όντος+μη όντος=άτομα+χώρος=συμπαντικός χώρος Ρείμαν). Όπως περιγράφει ο Διογένης ο Λαέρτιος:
[Διογένης IX 30 (Λεύκ Α1)]... Οι δε κόσμοι δημιουργούνται με τον ακόλουθο τρόπο. Πολλά σώματα, με κάθε είδους σχήματα, αποσπώνται από το άπειρο και φέρονται σε ένα μεγάλο κενό..
Σε μια δεύτερη φάση η "δίνη" εξελίσσεται μέσα σε μια μικρή περιοχή των "μεγάλων κενών" (Ευκλείδειοι υποχώροι). [Διογένης IX 30 (Λεύκ Α1)]. Φέρονται σε ένα μεγάλο κενό σχηματίζοντας μία δίνη...
Το ότι η δίνη καταλαμβάνει αρχικά ένα μικρό μέρος του μεγάλου κενού φαίνεται από το γεγονός ότι:
[Διογένης IX 30 (Λεύκ Α1)]...Όταν ισορροπήσουν (τα σώματα) λόγω του πλήθους και δεν μπορούν πλέον να περιστρέφονται, τα λεπτά (σώματα) προχωρούν στο εξωτερικό κενό, σαν να εκτοξεύονται, τα υπόλοιπα δε παραμένουν ενωμένα και συμπλεκόμενα πλησιάζουν μεταξύ τους και σχηματίζουν αρχικά ένα σφαιροειδές σύστημα... Αυτό σημαίνει ότι η δίνη, για να προχωρήσει προς το εξωτερικό του μεγάλου κενού, αρχικά κατείχε ένα μικρό μέρος του.
Επανερχόμενοι όμως στην έννοια της δίνης, όπως αυτή περιγράφεται από τον Λεύκιππο και τον Δημόκριτο, τίθεται το ερώτημα για το πως αυτή εξελίσσεται. Πού τοποθετείται η χοάνη της και πού ο λώρος της. Το πρόβλημα είναι δύσκολο να απαντηθεί διότι οι προσωκρατικοί γνώριζαν δύο περιπτώσεις δινών. Η πρώτη εμφανιζόταν στα υγρά, π.χ. των ποταμών, των λιμνών και των θαλασσών, όταν μέσω δινών αυτά χάνονταν σε υπόγειες καταβόθρες. Στην περίπτωση αυτή το υλικό που πέφτει μέσα στη δίνη οδηγείται από τη χοάνη προς τον λώρο (ρουφήχτρες). Στη δεύτερη περίπτωση, π.χ. στο φαινόμενο του ανεμοστρόβιλου, υλικά από την επιφάνεια της γης στην οποία βρίσκεται η βάση της δίνης, οδηγούνται μέσω του λώρου προς την χοάνη της δίνης ανυψούμενα από τη γη.
Στην περίπτωση της Κοσμολογίας του Δημόκριτου όμως το υλικό πρέπει να οδηγείται από τη χοάνη προς την άκρη του λώρου, εφ' όσον όπως θα δούμε, στη συνέχεια η τελική κατάληξη της δίνης είναι μια περιορισμένη ως προς τις διαστάσεις σφαίρα.
Όλα τα προηγούμενα, όπως και στην Κοσμολογία του Αλκμάνα (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -4-), μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αν θέλουμε να περιγράψουμε με σύγχρονη επιστημονική ορολογία τις απόψεις του Λεύκιππου και του Δημόκριτου, όσον αφορά το τι υπήρχε πριν την δημιουργία του αισθητού σε εμάς Σύμπαντος και το πώς οδηγηθήκαμε μέχρι την αρχή της κοσμικής δημιουργίας, θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα ότι οι ατομικοί φιλόσοφοι, όπως και ο Αλκμάνας, περιγράφουν τη γέννηση του Σύμπαντος μέσω μιας λευκής οπής. Η διαφορά μεταξύ των δύο κοσμολογικών συστημάτων του Αλκμάνα και των Λεύκιππου και Δημόκριτου είναι ότι οι ατομικοί φιλόσοφοι, ως άριστοι γνώστες των επιστημονικών δεδομένων της εποχής τους, εκθέτουν με μεγαλύτερη λεπτομέρεια τις απόψεις τους δίνοντας τους μια σειρά επιστημονικών (για την εποχή τους ) εξηγήσεων. Ιδιαίτερα η έννοια της δίνης κάνει πιο κατανοητό το λώρο του Αλκμάνα, ενώ η σφαιρική συμπύκνωση "μη λεπτών" υλικών συγκεκριμενοποιεί την έννοια του Αλκμάνιου "τέκμορα".
Η σύμπτωση των απόψεων του Λεύκιππου και του Δημόκριτου, περί δημιουργίας του Σύμπαντος, με αυτές του Αλκμάνα οδηγούν σε ερωτήματα, όπως για το αν οι ατομικοί φιλόσοφοι γνώριζαν την Κοσμολογία του Αλκμάνα και ακόμα για το αν οι απόψεις αυτές αποτελούν τη χαμένη ή κατεστραμμένη συνέχεια του κειμένου του Αλκμάνα στην οποία συνέχιζε την εξιστόρηση της κοσμολογικής του πρότασης.
Οι άπειροι κόσμοι και τα "μεγάλα κενά"
Στα πλαίσια όμως της Κοσμολογίας του Δημόκριτου εμφανίζεται, με μια φυσική τεκμηρίωση, η ιδέα περί ύπαρξης πολλών αισθητών κόσμων σαν τον δικό μας στα πλαίσια των δημιουργούμενων "μεγάλων κενών". Η ιδέα περί υπάρξεως πολλών "κόσμων" μέσα σε επάλληλους "ουρανούς" αποτελεί μια παλαιότερη προσωκρατική άποψη. Όπως αναφέρουν οι Σιμπλίκιος, και Άγιος Αυγουστίνος ο Αναξίμανδρος διατύπωνε την αυτή άποψη:
[Σιμπλίκιος, εις Φυσ. 24, 17]... (ο Αναξιμένης πίστευε ότι) κάποια άλλη ουσία είναι το άπειρο, από την οποία έγιναν όλοι οι ουρανοί και οι κόσμοι που υπάρχουν σ' αυτούς.....
[Αυγουστίνος, de civ. Dei VIII, 2]... (Ο Αναξίμανδρος) πίστευε ότι αυτές οι αρχές των επιμέρους πραγμάτων είναι άπειρες, και ότι παράγουν αναρίθμητους κόσμους καθώς και όλα όσα εμφανίζονται μέσα σ' αυτούς, και αυτοί οι κόσμοι, όπως πίστευε, πότε διαλύονται και πότε ξαναγεννιούνται....
Όμως και οι ιδέες του Αναξαγόρα ήταν παραπλήσιες:
[Σιμπλίκιος, εις Φυσικά 157, 9]...Το ότι υπαινίσσεται (ο Αναξαγόρας) έναν άλλο κόσμο πλάι στο δικό μας φαίνεται από τη φράση "όπως ακριβώς εμείς", που τη χρησιμοποιεί επανειλημμένα. Και ότι δεν θεωρεί αυτόν τον άλλο κόσμο έναν αισθητό κόσμο που προηγήθηκε χρονικά από το δικό μας φαίνεται από τα λόγια "από τα οποία μαζεύουν τα καλύτερα στα σπίτια τους και τα χρησιμοποιούν". Γιατί δεν είπε χρησιμοποιούσαν, αλλά χρησιμοποιούν.....
Η πλήρης όμως φυσική τεκμηρίωση και περιγραφή ενός Σύμπαντος το οποίο περιλαμβάνει και περικλείει έναν άπειρο αριθμό αισθητών κόσμων έγινε από τους ατομικούς φιλοσόφους και ιδιαίτερα από τον Δημόκριτο.
Γι' αυτή τη δομή του Σύμπαντος του Δημόκριτου γράφει ο Δ. Μακρυγιάννης στο βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών βιβλίο του "Κοσμολογία και Ηθική του Δημοκρίτου":
"...Αφού υπάρχουν άπειροι κόσμοι, άρα υπάρχουν άπειροι κενοί χώροι. Μπορούμε λοιπόν να παρομοιάσουμε το Δημοκρίτειο σύμπαν με ένα σφουγγάρι. Η ύλη του σφουγγαριού αντιστοιχεί στη συμπαγή κατά το μάλλον και ήττον συγκρότηση ατόμων, που αποτελούν το περιέχον, τα δε σφαιροειδή κενά μέσα στον όγκο του σφουγγαριού είναι οι χώροι όπου δημιουργούνται και εξελίσσονται οι κόσμοι. Το κοσμολογικό μοντέλο του σφουγγαριού δεν είναι στατικό, ούτε ως προς την δομή του περιέχοντος, ούτε ως προς το σχήμα και το μέγεθος των κενών. Όπως εντός των κενών λαμβάνουν χώρα συνεχείς διεργασίες μεταξύ των ατόμων, έτσι και το συνολικό περιέχον υφίσταται συνεχείς μεταλλάξεις, η κυριότερη των οποίων είναι να απορρέουν εξ αυτού παντοία σώματα εντός των κενών και να απορροφά πάλι τα σώματα που προκύπτουν από την καταστροφή των κόσμων".
Κατ' αυτόν τον τρόπο αυτό ο Δημόκριτος, με μεγάλη φυσικότητα τεκμηριώνει λογικά την δυνατότητα ταυτόχρονης ύπαρξης πολλών αισθητών κόσμων, οι οποίοι όμως μπορούν να μην είναι αισθητοί από εμάς, αφού παρεμβάλλεται μεταξύ αυτών και του κόσμου μας το μη αισθητό ενιαίο σύστημα "όντος"+"μη όντος" (άτομα+κενό) (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -9-).
Όπως αναφέρει ο Ιππόλυτος: [Ελ. Ι, 13, 2 (ΔΚ 68α 40)]...Ο Δημόκριτος υποστηρίζει τα ίδια με τον Λεύκιππος, ότι υπάρχουν άπειροι κόσμοι με διαφορετικά μεγέθη. Σε μερικούς από αυτούς δεν υπάρχει ούτε Ήλιος ούτε Σελήνη, σε άλλους τα δύο αυτά ουράνια αντικείμενα είναι μεγαλύτερα από όσο στον δικό μας κόσμο, και σε άλλους περισσότερα. Τα διαστήματα μεταξύ των κόσμων είναι άνισα, σε μερικά μέρη υπάρχουν περισσότεροι κόσμοι, σε άλλα λιγότεροι, μερικοί αναπτύσσονται, μερικοί είναι στο αποκορύφωμα της ανάπτυξης τους και μερικοί παρακμάζουν. Αλλού οι κόσμοι γίνονται και αλλού αποσυντίθενται. Η καταστροφή τους οφείλεται στην αμοιβαία τους σύγκρουση.
Στην περικοπή αυτή, αλλά και σε πολλές προηγούμενες μπορούμε να διακρίνουμε σαφέστατα την άποψη ότι οι φυσικοί νόμοι στα πλαίσια των διαφόρων κόσμων μπορούν να είναι διαφορετικοί και ως εκ τούτου να δημιουργούνται εντελώς διαφορετικά συμπαντικά γεγονότα. Και μετά τον Δημόκριτο όμως επαναλαμβάνεται η αυτή ιδέα περί πολλών κόσμων από τον Διογένη τον Απολλωνιάτη:
[Ψευδοπλούταρχος, Στρωματείς 12]...Ο Διογένης ο Απολλωνιάτης υποθέτει ότι ο αέρας είναι το στοιχείο και ότι όλα κινούνται και οι κόσμοι είναι άπειροι.....
Ας δούμε όμως τι διατυπώνουν οι σύγχρονες κοσμολογικές θεωρίες για την ύπαρξη πολλών κόσμων (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -9-). Σύμφωνα με τη κβαντική κοσμολογική πρόταση του Λίντε, στο αρχικό μη Ευκλείδειο, άρα και μη αισθητό Σύμπαν μας, υπήρχαν δύο γνωστά βαθμωτά πεδία, το "πεδίο πληθωρισμού" και το "πεδίο Χιγκς". Το πεδίο πληθωρισμού και τα φαινόμενα τα οποία δημιουργεί είναι το αίτιο της διαστολής του χώρου (κενό=μη ον), ενώ στο πεδίο Χίγκς οφείλεται το είδος των φυσικών νόμων που δημιουργούνται μέσα στον διαστελλόμενο χώρο. Τα δύο αυτά πεδία, όπως έχει αποδειχθεί, υπάρχουν παντού μέσα στο Σύμπαν και η παρουσία τους γίνεται αισθητή λόγω της επίδρασης τους πάνω στα στοιχειώδη σωμάτια.
Τα βαθμωτά όμως πεδία δεν είναι σταθερά και όπως αποδεικνύει η κβαντική Φυσική, υφίστανται απρόβλεπτες διακυμάνσεις και μεταβολές. Αν οι διακυμάνσεις αυτές προκαλέσουν μια μεγάλη αύξηση του μεγέθους του πεδίου πληθωρισμού, τότε στο σημείο αυτό το Σύμπαν θ' αρχίσει να διαστέλλεται πολύ γρήγορα δημιουργώντας μια φυσαλίδα (δημιουργία μεγάλου κενού). Το φαινόμενο αυτό μπορεί να δημιουργείται συνεχώς σε διαφορετικές περιοχές του αρχικού μη αισθητού Σύμπαντος (δημιουργία απείρων μεγάλων κενών).
Αυτό σημαίνει ότι αν σχεδιάσουμε το Σύμπαν σαν μια ομοιογενή φυσαλίδα, η δημιουργία κάθε νέας διαταραχής σ' αυτήν θα δημιουργήσει μια νέα συμπαντική φυσαλίδα (μεγάλο κενό). Με τον προηγούμενο τρόπο ο Α. Λίντε απάντησε στο αναπάντητο ερώτημα από τον Λεύκιππο και τον Δημόκριτο για το πώς δημιουργούνται τα μεγάλα κενά (11).
Οι χώροι φυσαλίδες περιορίζονται αρχικά από ακανόνιστα όρια που συνεχώς εξομαλύνονται και έχουν την τάση να επεκτείνονται με ταχύτητες που πλησιάζουν την ταχύτητα του φωτός. Αργότερα τα όρια των φυσαλίδων αυτών είναι δυνατόν να συρρικνωθούν με πολύ μικρότερες ταχύτητες. Με βάση τα προηγούμενα η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης περιγράφει απλώς τη δημιουργία μιας μόνο φυσαλίδας μέσα στην οποία υπάρχουμε και όχι του εν γένει Σύμπαντος των απείρων φυσαλίδων.
Θα πρέπει να σημειωθεί είναι ότι αν θεωρήσουμε πως στο αρχικό μη αισθητό Σύμπαν, υπήρχε ένα σύστημα συγκεκριμένων φυσικών νόμων, το πεδίο Χιγκ το μεταβάλλει στις επιμέρους αναπαραγόμενες φυσαλίδες (μεγάλα κενά). Αυτό σημαίνει ότι κάθε φυσαλίδα (μεγάλο κενό) τελικά θα έχει το δικό του σύστημα φυσικών νόμων, αυτό δηλαδή ακριβώς που ήδη είχαν πει οι Λεύκιππος και Δημόκριτος.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι το προηγούμενο μοντέλο του Α. Λίντε αποτελεί μια επεξεργασία της πληθωριστικής θεωρίας του Α.Η. Guth η οποία προέβλεπε την ύπαρξη ενός Σύμπαντος πολλών συμπαντικών φυσαλίδων στον χωρόχρονο που διέπονταν ίσως από διαφορετικούς φυσικούς νόμους. Το 1982 οι Αμερικανοί ερευνητές Albrecht και Steinhsardt ανεκοίνωσαν παρόμοια συμπεράσματα.
Ολόκληρο το κοσμολογικό μοντέλο του Α. Λίντε, πιστεύουμε ότι δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό προκειμένου να ταυτιστεί με τις απόψεις των ατομικών φιλοσόφων Λεύκιππου και Δημόκριτου. Όπως γίνεται φανερό οι σκέψεις των φιλοσόφων του παρελθόντος πιθανότατα μπορούν να γίνουν πηγή έμπνευσης για τη διατύπωση σύγχρονων φυσικών θεωριών (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ -9-).
4. Σχηματισμός σφαιροειδούς συστήματος αισθητής ύλης με σύγχρονη εκτόξευση υλικού στο εξωτερικό κενό
Λόγω της περιστρεφόμενης "δίνης" διαχωρίζονται πρώτα τα "όμοια" από τα "ανόμοια". Στη συνέχεια παύει η περιστροφή και δημιουργείται ένα σύστημα αποτελούμενο από "λεπτά σώματα" (όχι μικρά στις διαστάσεις σώματα, ούτε άτομα) τα οποία προχωρούν προς το εξωτερικό κενό (χώρο) σαν να εκτοξεύονται, ενώ τα υπόλοιπα, τα "μη λεπτά" (χονδρά = αδρά) παραμένουν ενωμένα και συμπλεκόμενα πλησιάζουν μεταξύ τους και σχηματίζουν αρχικά ένα σφαιροειδές σύστημα.
Ενδιαφέρον είναι να τονιστεί ότι χρησιμοποιείται ο νέος όρος "λεπτά σώματα", προκειμένου να αντιδιαστείλει τα σώματα αυτά από όλα τα άλλα τα οποία έχουν ήδη αναφερθεί.
Με μια επιπόλαια ανάγνωση του αντίστοιχου κειμένου θα μπορούσαμε να βρούμε επιφανειακές συμπτώσεις μεταξύ των θέσεων των ατομικών φιλοσόφων και της σύγχρονης κοσμολογικής θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης. Η σφαιρική συμπύκνωση θα μπορούσε επιπόλαια να θεωρηθεί σαν το πρωταρχικό άτομο του Λεμέτρ και η περιγραφόμενη έκρηξη το big bang. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Η εκτόξευση και η διαστολή του "λεπτού" υλικού, κατά τους Λεύκιππο και Δημόκριτο, δεν είναι αποτέλεσμα της έκρηξης του σφαιροειδούς συστήματος που σχηματίζουν τα "μη λεπτά" υλικά, αλλά δημιουργούνται μαζί με τη δημιουργία της σφαιρικής συμπύκνωσης, ως το αποτέλεσμα γεγονότων που συμβαίνουν στο άκρο της "δίνης", αφού εκεί έχουν διαχωριστεί και ισορροπήσει τα "όμοια" από τα "ανόμοια" και τα σώματα δεν μπορούν να περιστρέφονται.
Με λίγα λόγια ο Λεύκιππος και ο Δημόκριτος υποστηρίζουν ότι από ένα μίγμα "λεπτών" και "μη λεπτών" το οποίο ισορροπεί και δεν περιστρέφεται, η εκτόξευση των λεπτών προς τα έξω, δημιουργεί μια αντίθετη κίνηση -συστολή- των "μη λεπτών" τα οποία τείνουν να σχηματίσουν μια μικρή σε διαστάσεις, αλλά πυκνή, σφαιροειδή συγκρότηση ύλης.
Όπως γίνεται εμφανές από την αντίστοιχη περικοπή, στο τέλος της δίνης όταν αυτή εμφανιστεί μέσα στο μεγάλο κενό, υπάρχει μια περιορισμένη σε χώρο ισορροπούσα και μη περιστρεφόμενη, προς στιγμήν, σφαιρική συμπύκνωση "μη λεπτού" (όχι μικρών διαστάσεων, ούτε άτομα) υλικού. Η σφαίρα κατέχει πολύ μικρό χώρο του "μεγάλου κενού", διότι πώς αλλιώς θα μπορούσε το περιγραφόμενο "λεπτό" υλικό σαν έκρηξη να προχωρήσει επεκτεινόμενο στον εξωτερικό χώρο, αν ο χώρος αυτό ήταν κατειλημμένος από την αρχική σφαίρα.
Ενδιαφέρον είναι ότι στα όρια της δίνης, προς την περιοχή του "μεγάλου κενού", πριν τη δημιουργία της σφαιρικής συμπύκνωσης, το υλικό του μη αισθητού Σύμπαντος (χώρος+άτομα) αποτελείται από ένα "εξωτικό" για τις αισθήσεις υλικό, μη δυνάμενο να περιγραφεί από τους ατομικούς φιλόσοφους, το οποίο στη συνέχεια χωρίζεται σε δύο συστατικά, τα "λεπτά" και τα "μη λεπτά" (χονδρά=αδρά), τα οποία σε μια μεταγενέστερη φάση έμελλαν, σύμφωνα με τις απόψεις των ατομικών φιλοσόφων, να σχηματίσουν, τη γνωστή σήμερα στις αισθήσεις μας "ύλη".
Σε σχέση με τα προηγούμενα θα πρέπει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τις σύγχρονες κοσμολογικές απόψεις μπορούμε να διακρίνουμε δύο κοσμολογικές περιόδους, την εποχή του Πλανκ και την εποχή της πληθωριστικής διόγκωσης, οι οποίες προηγούνται της υποθετικής δημιουργίας της αρχικής σφαιροειδούς συμπύκνωσης ύλης του πρωτοατόμου του Λεμέτρ από το οποίο ξεκίνησε η Μεγάλη Έκρηξη. Η ύλη κάτω από τις ακραίες συνθήκες που επικρατούσαν τις περιόδους αυτές ήταν πραγματικά "εξωτική" για τη σύγχρονη επιστημονική πραγματικότητα. Ειδικότερα κατά τη διάρκεια της πληθωριστικής διόγκωσης οι συνθήκες ήταν τέτοιες που ευνόησαν τη δημιουργία επάλληλων συμπαντικών φυσαλίδων (μεγάλων κενών) και πιθανότατα τη δημιουργία "εξωτικών" σωματιδίων Ηiggs (μποζόνιο Ηίggs) που αποτελούν το υποθετικό μέσο προκειμένου να αποκτήσουν την ιδιότητα της μάζας τα σώματα, μετά τη Μεγάλη Έκρηξη.
Ομοίως μετά την στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης, η σύγχρονη Κοσμολογία δέχεται ότι υπήρξαν δύο φάσεις κατά την διάρκεια των οποίων δημιουργήθηκαν αντίστοιχα δύο είδη υπατομικών σωματιδίων, τα "αδρόνια" (χοντροκομμένα, μη λεπτά) και τα "λεπτόνια" (λεπτά). Ως "αδρόνια" αναφέρονται τα πρωτόνια, τα νετρόνια τα υπερόνια και τα μεσόνια. Τα "λεπτόνια" περιλαμβάνουν τα ηλεκτρόνια και τα νετρίνα. Οι αντίστοιχες κοσμολογικές φάσεις δημιουργίας πήραν το όνομα των δημιουργούμενων σωματιδίων.
Η αντιστοιχία των ονομάτων των προηγούμενων στοιχειωδών σωματιδίων με την ορολογία των ατομικών φιλοσόφων είναι χαρακτηριστική.
Σχηματισμός λεπτού υμένα. Δημιουργία περιστροφικής συμπαντικής κίνησης
Κατά τη φάση αυτή από την κεντρική σφαιροειδή συμπύκνωση "μη λεπτού" υλικού, αποσπάται ένας υμένας υλικού. Ένα λεπτό δηλαδή κέλυφος "μη λεπτής" ύλης, Ο υμένας αυτός αρχίζει να περιστρέφεται, ενώ υλικό από αυτόν οδηγείται προς την κεντρική σφαιρική συμπύκνωση "λόγω της δίνης". Ποιάς δίνης όμως; Η αρχική "δίνη", οδηγούσε υλικό από το μη αισθητό Σύμπαν του (όντος)+(μη όντος) προς τον κόσμο του "μεγάλου κενού", προς τη σφαιρική δηλαδή συσσώρευση "μη λεπτού" υλικού που προαναφέραμε. Αντίθετα η δίνη, που αναφέρεται στο σημείο αυτό, οδηγεί από τον "κόσμο" του "μεγάλου κενού" προς την αρχική σφαιρική συσσώρευση των "μη λεπτών". Αυτό σημαίνει ότι η αναφερόμενη εδώ δίνη, είναι αντίθετης κατεύθυνσης από την πρώτη. Οι ατομικοί φιλόσοφοι δηλαδή προτείνουν ένα κοσμολογικό σύστημα δύο, αντίθετης πολικότητας, δινών (+ και -), εκ των οποίων η πρώτη εξελίσσεται εκτός του κόσμου του "μεγάλου κενού" και η άλλη εντός. Και οι δύο όμως οδηγούν σε μια κοινή περιοχή, η οποία αποτελεί την αρχή και το τέλος του κόσμου του "Μεγάλου κενού".
Συμπεράσματα
Αν συνοψίσουμε τις απόψεις των Λεύκιππου και Δημόκριτου, περί συγκροτήσεως του Σύμπαντος χρησιμοποιούντες την αντίστοιχη σημερινή επιστημονική ορολογία, μπορούμε να διακρίνουμε γενικά δύο περιόδους:
1. Τη διαδικασία, πριν τη δημιουργία της σφαιρικής συμπύκνωσης και των μεγάλων κενών, τότε που το Σύμπαν (ον + μη ον = κενό + άτομα) αποτελούσε μια μη αισθητή οντότητα (λόγος), μία κατάσταση που ο Ησίοδος περιγράφει ως κατάσταση Χάους και Ερέβους. Η διαδικασία αυτή μπορεί να παρομοιαστεί με τη διαδικασία δημιουργίας του Σύμπαντος μέσω μιας λευκής οπής, η οποία είναι ανάλογη με τις διαδικασίες που περιγράφει η κοσμολογία του Αλκμάνα.
2. Τη διαδικασία μετά τη δημιουργία των μεγάλων κενών και της σφαιρικής συμπύκνωσης, την οποία έχει ενδιαφέρον να αναλύσουμε κατά περιόδους:
α. Αρχικά έχουμε μιαν αρχική σφαιροειδή συμπύκνωση σε μικρό χώρο μιας πολύ μεγάλης ποσότητας "λεπτού" και "μη λεπτού" υλικού. Η βίαια εκτόξευση του "λεπτού" υλικού, αναγκάζει εξ αντιδράσεως το "μη λεπτό" υλικό να συσταλεί και να περιστραφεί βίαια. Η διαδικασία αυτή είναι σήμερα γνωστή και αποδεκτή στις περιπτώσεις αστέρων μεγάλης μάζας που βρίσκονται σε πολύ προηγμένη εξελικτική ηλικία.
β. Η βίαια συστολή πολύ μεγάλης μάζας υλικού δημιουργεί εσωτερικές ενεργειακές διαδικασίες μέσω των οποίων γεννιέται και διαδίδεται προς τα έξω ένα κρουστικό κύμα με αποτέλεσμα την εκτίναξη, μέσω μιας έκρηξης, μεγάλης ποσότητας ύλης από την επιφάνεια της σφαιρικής συμπύκνωσης, δηλαδή ενός υλικού υμένα, ο οποίος αρχίζει να περιστρέφεται γρήγορα. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό, στην σύγχρονη Αστροφυσική όταν ένας αστέρας φθάσει στην εξελικτική φάση ενός καινοφανούς (nova) ή ενός υπερκαινοφανούς (supernova). Η βίαιη εκτόξευση υλικού από έναν επιφανειακό φλοιό του αστεριού, αυτήν την αστρική περίοδο, αναγκάζει σε βίαια συστολή την κεντρική περιοχή του, γεγονός που οδηγεί τον αστέρα, αναλόγως της τελικής μάζας του, σε μια κατάσταση λευκού νάνου, αστέρα νετρονίων ή μιας μελανής οπής.
γ. Μετά την εκτίναξη του υλικού του υμένα, εξ αντιδράσεως η εναπομένουσα σφαιρική συμπύκνωση, η οποία θα πρέπει να ήταν τεράστια (ολόκληρη η μάζα του τοπικού Σύμπαντος) συνεχίζει να συστέλλεται δημιουργώντας μια μελανή οπή. Το υλικό του υμένα των επιφανειακών στρωμάτων που είχε εκτιναχθεί περιστρέφεται πλέον γύρω από την μελανή οπή, σαν ένας δίσκος επαύξησης, οδηγούμενο προς τη σημειακή ιδιομορφία της μελανής οπής.
Όλα τα προηγούμενα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι Λεύκιππος και Δημόκριτος από τον 5° π.Χ. αιώνα είχαν διατυπώσει μια πολύ πρωτοποριακή άποψη για την δημιουργία και την εξέλιξη του Σύμπαντος. Το Σύμπαν, σύμφωνα με τις απόψεις των δύο ατομικών φιλοσόφων, γεννήθηκε μέσω των διαδικασιών μιας λευκής οπής, ενώ μετά την γέννηση του εξελίσσεται στα πλαίσια μιας μελανής οπής στη σημειακή ιδιομορφία της οποίας συνθλιβόμενο, κάποια στιγμή, θα διαλυθεί.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Όπως αναφέρει και ο διάσημος φυσικός και αστρονόμος Τζων Άρτσιμπαλντ Γουίλερ (1967), "Οι έννοιες του χρόνου και του χώρου, δεν αντιπροσωπεύουν τη φύση της πραγματικότητας, αλλά τις παραστάσεις της ανθρώπινης συνείδησης". Για το αυτό θέμα ο γνωστός αστροφυσικός Φρεντ Χόυλ διατυπώνει την άποψη ότι "Τα πάντα υπάρχουν. Ότι υπήρξε κάποτε και ότι θα υπάρξει ατό μέλλον, ενυπάρχει ήδη στο παρόν. Μόνο η συνείδηση μας κάνει τον διαχωρισμό και δημιουργεί το αίσθημα της ιστορικής ανακολουθίας και αυτό του περάσματος του χρόνου. Τα αισθήματα όμως είναι ψευδαισθήσεις δημιουργήματα της συνειδήσεώς μας, του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο (βλέπε: Το βιβλίο των Μ., Δανέζη και Σ. Θεοδοσίου "Το Σύμπαν που αγάπησα - Εισαγωγή στην Αστροφυσική" εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 1999).
(2) Ο Αϊνστάιν θεώρησε την "ύλη" σαν ένα τοπικό φαινόμενο που παρατηρείται όπου υπάρχει έντονη συμπύκνωση πεδίων διαφορετικών μορφών ενέργειας. Συνεπώς η "ύλη" είναι παράγωγο της ενέργειας και όχι η ενέργεια της ύλης.
(3) Η λέξη ναστός σημαίνει, ο πυκνώς συμπιεσμένος, σφικτός, πακτωμένος. Προέρχεται από το ρήμα νάσσω (=συνθλίβω, πιέζω ισχυρώς, πατώ). Στην περίπτωση των ατόμων, είναι προφανές ότι ο Δημόκριτος μέσω της λέξης ναστόν τα θεωρεί συμπυκνώσεις.
(4) Δηλαδή το "μη αισθητό" όπως ελέχθη στα προηγούμενα.
(5) Ως "ον" με βάση όσα έχουν αναφερθεί στα προηγούμενα νοούνται τα άτομα.
(6) Δηλαδή "νομιζόμενα άτομα". Με λίγα λόγια δεν αντιλαμβανόμαστε τα άτομα (ον), αλλά κάτι που νομίζουμε ότι είναι άτομα (νομιζόμενο ον).
(7) Όπως ήδη έχει αναφερθεί ο Τσαρλς Μιούζες στο βιβλίο του "Συνείδηση και πραγματικότητα" αναφέρει: "...όλα τα αντικείμενα που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι τρισδιάστατες εικόνες που σχηματίζονται από κύματα στάσιμα ή κινούμενα κάτω από την επίδραση ηλεκτρομαγνητικών και πυρηνικών διαδικασιών. Όλα τα αντικείμενα του κόσμου είναι τρισδιάστατες εικόνες που σχηματίζονται με ηλεκτρομαγνητικό τρόπο, εικόνες ενός υπερολογράμματος αν το θέλετε".
(8) Η ιδέα αυτή οδηγεί συνειρμικά στην ταύτιση της έννοιας του κενού με τον Ρειμάνιο συμπαντικό μη αισθητό τετραδιάστατο χώρο, μέσα στον οποίο οι αισθήσεις, μέσω αυθαίρετων υποκειμενικών τομών, υλοποιούν την έννοια ενός μικρότερου κενού (μεγάλο κενό), μέρους του συνολικού κενού, δηλαδή ενός Ευκλείδειου χώρου, μέσα στον οποίο λειτουργεί η αυταπάτη των αισθήσεων.
(9) Η ιδέα αυτή έβρισκε σύμφωνους και τους αρχαίους Ινδούς διανοητές εφ' όσον ο Λ. Βελισσαρόπουλος στο βιβλίο του Η Ιστορία της Ινδικής φιλοσοφίας 8 αναφέρει ότι για το προηγούμενο θέμα πίστευαν ότι: "Η αίσθηση της ύπαρξης διακριτών και συγκεκριμένων απτών αντικειμένων, αντί της αντίληψης της πραγματικής συνεχούς ροής, είναι αποτέλεσμα φανταστικών και αυθαίρετων τομών στη διαρκή ροή του γίγνεσθαι".
(10) Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Δημόκριτος και οι άλλοι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, γνώριζαν πολύ καλά το φυσικό φαινόμενο της δίνης. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι με τον όρο "δίνη" ο Δημόκριτος αναφέρεται στο συγκεκριμένο και γνωστό μέχρι σήμερα φαινόμενο της δίνης. Σημειώνουμε ότι σε μία κοινή φυσική δίνη μπορούμε να διακρίνουμε γενικά δύο επί μέρους περιοχές, την "χοάνη" και την λεπτότερη, εν είδη "λώρου" κατάληξη της.
(11) Όπως αναφέρει ο αστρονόμος Μάρτιν Κλάττον Μπροκ "Από τον ίδιο τον ορισμό της η λέξη Σύμπαν περιλαμβάνει τα πάντα. Κατά συνέπεια είναι προτιμότερο να μιλάμε για πολυάριθμους κόσμους, φαντασμένοι ότι το Σύμπαν διακλαδώνεται σε απειράριθμους τέτοιους. Εμείς γνωρίζουμε μόνον έναν από αυτούς. Υπάρχουν ανοικτοί και κλειστοί κόσμοι. Υπάρχουν μερικοί πλήρως διαμορφωμένοι και μερικοί χαοτικοί. Σε μερικούς δεν εκδηλώνεται ποτέ ζωή. Σε μερικούς υπάρχει, αλλά είναι υποτυπώδεις. Τέλος σε ελάχιστους αφθονεί, (Μ. Τalbot, "Μυστικισμός και σύγχρονη επιστήμη", εκδόσεις Ιάμβλιχος, Αθήνα 1993)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Α. D. Αleksandrov: "Μη Ευκλείδειες Γεωμετρίες", Έκδοση της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας, Μαθηματική Επιθεώρηση, Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1976.
2. Βοhm D. and Ηiley Β.: "Οn the Intuitive Understanding of Non-Locality as immplied by Quantum Theory", Gordon and Breach, London, February 1974.
3. Charles Muses and Arthur M. Young: "Consiousness and Reality", Outerbridge and Lazard, Ν. Υ, 1972.
4. Danezis, E., Theodossiou E., Stathopoulou M. and Grammenos Th. "Α
5. G. S. Κirk, J.E. Raven, M. Schofield: "Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι", Εκδόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 1990.
6. Ludwig von Bertalanffy: "General System Theory", George Braziller, Ν.Υ., 1968.
7. Μichael Talbot: "Μυστικισμός και Σύγχρονη Επιστήμη", Εκδόσεις Ιάμβλιχος, Αθήνα 1993.
8. Βελισσαρόπουλος Δ.: "Η Ιστορία της Ινδικής Φιλοσοφίας", Εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 1975.
9. Μ. Δανέζη και Σ. Θεοδοσίου: "Το Σύμπαν που αγάπησα - Εισαγωγή στην Αστροφυσική", Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 1999.
10. Μακρυγιάννης Δ.: "Κοσμολογία και Ηθική του Δημόκριτου". Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 1999.
Οι μεταφράσεις των αρχαίων κειμένων έχουν αποτυπωθεί από τα βιβλία των
1. G. S. Κirk, J.E. Raven, M. Schofield: "Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι". Εκδόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 1990 και
2. Μακρυγιάννης Δ.: "Κοσμολογία και Ηθική του Δημόκριτου". Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 1999.